Μια ανάσα!

O κυρ Μιχάλης τα έχασε. Η κοπέλα ήταν τόσο χλωμή και ανέκφραστη σχεδόν διάφανη! Δεν ήξερε τι να κάνει, να την ρωτήσει τι είναι όλα αυτά ή θα λιποθυμήσει αν την πλησιάσει; Ήταν πολύ σκεφτικός και πάνω που αποφάσισε, μετά από πολύ σκέψη, να πάει να της μιλήσει, άνοιξε η πόρτα και μπήκε μέσα ο άνδρας με τα μαύρα.

Την πλησίασε στάθηκε μπροστά της και πήρε τον χαρτοφύλακα που κρατούσε η κοπέλα. Μετά άνοιξε απότομα την πόρτα και βγήκε έξω με γρήγορο βήμα! Η κοπέλα προσπάθησε να σηκωθεί από την καρέκλα αλλά δεν τα κατάφερνε πολύ καλά. Ο κυρ Μιχάλης πήγε κοντά της για να την ρωτήσει αν είναι καλά, μα η κοπέλα σηκώθηκε και έτρεξε με κλάματα προς την πόρτα. Την ώρα που έβγαινε της έπεσε ένα χαρτί από τα χέρια. Γύρισε, κοίταξε τον κυρ Μιχάλη με ένα έντονο βλέμμα σαν να τον ικέτευε να την βοηθήσει και μετά έφυγε τρέχοντας! Ο κυρ Μιχάλη σήκωσε το χαρτί και επάνω ήταν γραμμένοι οι παρακάτω στίχοι:

Μια ανάσα, μόνο μια ανάσα σου ζητώ!
Μια ανάσα σου ζητάω, να αισθανθώ
Πως λίγο απ’ το χώμα όρθιος θα σηκωθώ
Μια ανάσα μόνο σου ζητώ!
Να κοιτάξω λίγο από το παράθυρο, μπορώ;;
Θα σκύψω πάλι, σαν χάρη στο ζητώ
Να πάρω μια ανάσα σε παρακαλώ!
Να νιώσω πως είμαι πλάσμα σου και εγώ, αν όχι το μοναδικό
Κάποιο που έχω ανάγκη να αγαπώ
Να πάρω μια ανάσα σε παρακαλώ
Αυτό και μόνο σου ζητώ
Και ύστερα πάλι θα χαθώ
Μέσα στης μοίρας το γραμμένο ριζικό!
Μια ανάσα μόνο, σε παρακαλώ!

Και κάτω κάτω, μία διεύθυνση.
Αγριάς 10...